Στις 11 Ιουνίου του 2018, η Romy D. Zwittink παρουσίασε δημόσια την διδακτορική της εργασία που υπογραμμίζει τη γαστρεντερική λειτουργία και την ανάπτυξη του μικροβιώματος σε πρόωρα βρέφη κατά το ξεκίνημα της ζωής τους. Επιπλέον, συζητήθηκαν ο ρόλος που παίζει ο ξενιστής οι περιβαλλοντικοί παράγοντες στην ανάπτυξή του.
Η λειτουργία του γαστρεντερολογικού σωλήνα και του μικροβιώματος του εντέρου είναι ζωτική για τη συνολική μας υγεία και ευημερία, με έναν ρόλο που εκτείνεται πέραν της πέψης και της απορρόφησης των θρεπτικών ουσιών και των υγρών.
Η υγιής ανάπτυξη και λειτουργία του πεπτικού και του μικροβιώματος του εντέρου στο ξεκίνημα
της ζωής ταυτίζεται με την ανάπτυξη και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Στο ξεκίνημα της ζωής, το μικροβίωμα του εντέρου είναι σχετικά ασταθές και ανταποκρίνεται σε διαταραχές. Συγκριτικά με τα τελειόμηνα νεογνά, τα πρόωρα βρέφη είναι πιο ευάλωτα καθώς γεννιούνται με ανώριμο πεπτικό και ανοσοποιητικό σύστημα. Επιπλέον, συχνά εκτίθενται σε ιατρικές παρεμβάσεις κατά τη νοσηλεία τους, όπως τοκετό με καισαρική τομή, χορήγηση αντιβιοτικών και αναπνευστική υποστήριξη, που πιθανώς επηρεάζουν την ανάπτυξη του μικροβιώματός τους. Αυτό τα κάνει επιρρεπή σε επιπλοκές της υγείας τους, όπως λοιμώξεις, σήψη και καθυστέρηση ανάπτυξης.
Η εξερεύνηση του μικροβιώματος του εντέρου και των μεταβολικών του χαρακτηριστικών είναι ιδιαίτερα σημαντική σε αυτή τη συγκεκριμένη ομάδα βρεφών. Είναι, έτσι, σημαντικό να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί ο γαστρεντερικός σωλήνας στα πρόωρα βρέφη, ποια βακτήρια τον αποικίζουν, ποια η δράση τους και πώς επηρεάζεται το μικροβίωμά τους.
Για το λόγο αυτό, ξεκίνησε μια μελέτη σε πρόωρα βρέφη, η μελέτη EIBER στην Ολλανδία: μια στενή συνεργασία μεταξύ του Πανεπιστημίου και Ερευνητικού Φορέα Wageningen, των Κλινικών Isala στο Zwolle και του Ερευνητικού Ιδρύματος Danone Nutricia. Στη μελέτη, αυτή οι ερευνητές διερεύνησαν πώς αναπτύσσεται ο πληθυσμός των βακτηρίων κατά τις πρώτες έξι εβδομάδες μετά τη γέννηση σε εξαιρετικά και σε πολύ πρόωρα βρέφη. Δευτερευόντως, διερευνήθηκε η επίδραση των αντιβιοτικών στην ανάπτυξη του μικροβιώματος σε βρέφη με μικρό βαθμό προωρότητας. Μέσω μιας μετα-πρωτεωμικής προσέγγισης, η μελέτη απέδειξε ποιες πρωτεΐνες βρίσκονται σε μεγαλύτερο βαθμό στα gastric aspirates και τα δείγματα κοπράνων στα πρόωρα βρέφη. Οι πρωτεΐνες αυτές λειτουργούν ως δείκτης για τη λειτουργία του γαστρεντερικού σωλήνα και του μικροβιώματός τους. Τα συμπεράσματα αποκαλύπτουν πως η ηλικία κύησης και η ηλικία μετά τον τοκετό σχετίζονται με την ποσότητα συγκεκριμένων δεικτών αναφορικά με τη λειτουργία και ωρίμανση του εντέρου, καθώς και με τη σύνθεση του μικροβιώματος του εντέρου.
Η επικράτηση καλών βακτηρίων με κυρίαρχο το Bifidobacterium συσχετίστηκε με αύξηση στις πρωτεΐνες που εμπλέκονται στο μεταβολισμό των υδατανθράκων και της ενέργειας, ανάμεσά τους εκείνες που εμπλέκονται στη διάσπαση των σύνθετων υδατανθράκων όπως των ολιγοσακχαριτών στο ανθρώπινο γάλα. Αυτό μπορεί να αυξήσει την πρόσληψη ενέργειας από τη σίτιση με γάλα και κατά συνέπεια την ανάπτυξη του βρέφους.
Επιπλέον, η διατριβή περιγράφει πως η θεραπεία με αντιβιοτικά κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων της ζωής επηρεάζει την ανάπτυξη του μικροβιώματος, πιο συγκεκριμένα αυξάνοντας τα είδη του Enterococcus, ενώ παράλληλα μειώνει τα ωφέλιμα είδη Bifidobacterium. Επιπλέον, όσο περισσότερο διαρκεί η θεραπεία με τα αντιβιοτικά, τόσο μεγαλύτερη είναι η διαταραχή του μικροβιώματος.
Πατήστε εδώ για να μεταβείτε στη δημοσίευση.